- τριγωνοδεσπότης
- τρῐγωνο-δεσπότης, ου, ὁ,A = τριγωνοκράτωρ, Cat.Cod.Astr.2.187.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τριγωνοδεσπότης — ὁ, Α τριγωνοκράτωρ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρίγωνον + δεσπότης] … Dictionary of Greek
δεσπότης — Ο κύριος του οίκου, ο οικοδεσπότης, ο αφέντης, ο απόλυτος κύριος και συνεκδοχικά ο βασιλιάς, ο τύραννος· επίσης ο επίσκοπος: «τον δεσπότην και αρχιερέα ημών Κύριε φύλαττε εις πολλά έτη». Στην αρχαιότητα, ο όρος αναφερόταν στον κύριο του σπιτιού,… … Dictionary of Greek